Τον πρόλαβα κάπου στη δεκαετία του '60, έναν πλανόδιο μανάβη του χωριού.
Φορτωμένα τα κοφίνια του σ΄ένα γαϊδουράκι (μην μπερδεύεστε, το ζωντανό της φωτογραφίας μουλάρι είναι, δε βρήκα άλλη στο ιντερνετ),γύριζε σ' όλο το χωριό διαλαλώντας την πραμάτειά του. Το καλοκαίρι, όταν βγαίναμε μακριά απ' το χωριό, στις καλύβες, όπου ασχολούμασταν με τα καπνά, περνούσε μια φορά την εβδομάδα και μας έφερνε λαχανικά. Θα μου πείτε, στο ύπαιθρο ζούσατε, δεν είχατε λαχανόκηπο; Συμφωνώ, στο ύπαιθρο, όμως όσοι δούλεψαν παλιά στα καπνά ξέρουν ότι δεν υπήρχε ελεύθερος χρόνος ούτε για...κατούρημα , που λέει ο λόγος!
Ακόμα ακούω την παραπονιάρικη φωνή του:
Πεπιργιές, ντομάτεεεες....,
ντομάτες και μελτζάνεεεεες...,
μελτζάνες και πατάτεεεες...,
πατάτες και κρεμμύδιαααα...
Χρόνια αργότερα, στη σχολή, έμαθα ότι το ανωτέρω ποιητικό σχήμα ονομάζεται χιαστό (σχήμα Χ). Πού νά ΄ξερε ο καλός μανάβης ότι άθελά του έγραφε ποίημα!
Η θύμηση του πλανόδιου μανάβη εφερε στο μυαλό μου τη γιαγιά Χ...
Η καλή γριούλα είχε χάσει όλα τα δόντια της, ¨φαφούτα" πια, ο ΑΠΟΥΡΩ θα την έλεγε "τσαμπουδόδου", δεν μπορούσε η καημένη να μιλήσει καθαρά. Η οικογένειά της διατηρούσε δυο μανάβικα,
έλεγε λοιπόν η καλοκάγαθη γιαγιά:-Ιμείς έχουμι δυο "μουνάδικα"!!!
Παρακαλώ,συγχωρήστε την ανθη(θυ)ροστομία του VAD, δε φταίω εγώ, η γιαγιά Χ...
το είπε!!!
ΥΓ. Οι φωτογραφίες είναι από το ιντερνετ.
ΥΓ2. Ο μερακλής της παράδοσης και καλός μπλογκοφίλος gvarvakis(κλικ εδώ) μόλις μου έστειλε μια πρόσφατη φωτογραφία πλανόδιου μανάβη από την Πάρο, με την οποία πλουτίζουμε την ανάρτησή μας. Γιώργο, σ' ευχαριστούμε...